Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2023

Ροϊδης, Μποέμ και οι γράφουσες Ελληνίδες

Στην «Ακρόπολη», στο φύλλο της 28-4-1896 δημοσιεύτηκε ένα άρθρο του μεγάλου  Εμμανουήλ Ροΐδη με τον τίτλο «Αι γράφουσαι Ελληνίδες» όπου ο ιδιόρρυθμος συγγραφέας κατακεραύνωνε τα ανήσυχα πρωτοφεμινιστικά πνεύματα της εποχής που βασικά μέσα από τις σελίδες της «Εφημερίδας των Κυριών» της Καλλιρρόης Παρρέν προσπαθούσαν να βρουν μια θέση στον αποκλειστικά ανδροκρατούμενο χώρο της νεοελληνικής φιλολογίας. Το κείμενο ήταν μία συρραφή από χοντροκοπιές και κοινοτυπίες του τύπου «…Δύο μόνα υπάρχουσι γυναικεία επαγγέλματα, το της οικοκυράς και της εταίρας» και εν κατακλείδι υποστήριζε ότι δεν υπήρχε γυναικείο ζήτημα στην Ελλάδα.

Το άρθρο, όπως ήταν φυσικό, άνοιξε συζητήσεις, αναστάτωσε τον φιλολογικό κόσμο. Ο Παλαμάς στην «Εστία» έγραψε χωρίς περιστροφές πως «… η Τέχνη δεν έχει γένος», όμως ο περισσότερος πνευματικός κόσμος είχε άλλη άποψη.
Ο τότε διευθυντής του «Σκρίπ»,  ο άτυχος Ευάγγελος Κουσουλάκος άδραξε την ευκαιρία και εντός δύο μόλις ημερών ανέθεσε στον πιο δραστήριο, εύστροφο και λίγο κατεργάρη δημοσιογράφο που διέθετε, το Μήτσο Χατζόπουλο (που υπέγραφε τότε με το ψευδώνυμο «Μποέμ»), τη διεξαγωγή μιάς σειράς συνεντεύξεων στο χώρο των «γράφουσων Ελληνίδων» με σκοπό φυσικά να αυξήσει το ενδιαφέρον για τη διαμάχη. Πράγματι το πράγμα θεωρήθηκε σχεδόν προσβολή από τον Ροϊδη, οπότε τις 8 Μαίου ο «Μποέμ» αναγκάστηκε να δημοσιεύσει μια συνέντευξη – απάντηση του δημοφιλούς Συριανού που όμως δεν κατάφερε να αποσοβήσει τη οξυμένη αντιπαράθεση.  (Την συνέντευξη αυτή θα δημοσιεύσω στην επόμενή μου ανάρτηση).
Παραθέτω ένα άρθρο της Φανής Πετραλιά που μιλάει διεξοδικά για την όλη υπόθεση καθώς και για το βιβλίο της Βαλάντω Λάνδρου που ασχολείται λεπτομερειακά με την διαμάχη γύρω από τις «γράφουσες Ελληνίδες».
Γ.Χ.

https://www.efsyn.gr/nisides/321090_enas-mpoem-stin-esiea

Ενας Μποέμ στην ΕΣΗΕΑ

Φανή Πετραλιά

«Η Εφημερίδα των Συντακτών» 27.11.2021

Ενας ωραίος κύριος, τύπος, θα έλεγες, αλλοτινού δανδή, θρονιασμένος στο τεράστιο πορτρέτο του κυριαρχεί στη μεγάλη αίθουσα της Βιβλιοθήκης της ΕΣΗΕΑ. Καθισμένος χαλαρά στο γραφείο του, με το μολύβι, στο αριστερό χέρι, σκόρπιες εφημερίδες στο πάτωμα, «Σκριπ», «Αστυ» και άλλες.
Διαφορετικός από τους διπλανούς λόγιους εφημεριδογράφους που υπέροχα έχει ζωγραφίσει ο Ροϊλός, ανάμεσά τους, ξεχωριστό διαμάντι, το μικρό πορτρέτο του Πορφύρα.
Για το ποιος ο εικονιζόμενος, υπήρξαν πολλές οι εκδοχές. Με επί χρόνια επικρατέστερη, εκείνη που επέμενε πως πρόκειται για κάποιον πρόγονο της οικογενείας Κύρου. Ενώ, εγώ, έμενα στα όσα είχε πει ο Παναγιώτης Πατρίκιος, ο αξέχαστος δημιουργός της Βιβλιοθήκης. Ο οποίος, στις συζητήσεις μας, πίσω από στοίβες βιβλίων και αρχείων, όλο και ανέσυρε και κάποιο εικαστικό απόκτημα. «Είναι ο Μήτσος Χατζόπουλος, αδελφός του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου. Αλλη φορά, θα σου εξηγήσω γιατί εσείς οι δημοσιογραφίνες θα πρέπει να τον τιμάτε...»
Ο Πατρίκιος αρρώστησε και στη συνάντησή μας στο σπίτι του της οδού Στουρνάρη, κουράστηκε εύκολα. Αναβάλαμε για μια άλλη φορά τη συζήτηση. Εφυγε από τη ζωή αφήνοντας μετέωρες τις σχετικές πληροφορίες.
Εγκυκλοπαίδειες και διαδίκτυο έδιναν με φειδώ κάποια στοιχεία. Μάθαμε, ωστόσο, ότι ο Δημήτριος Χατζόπουλος γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1872 και πέθανε στην Αθήνα, το 1936. Αδερφός του λογοτέχνη, πρωτοπόρου σοσιαλιστή Κωνσταντίνου Χατζόπουλου, μαζί με τον οποίο σπούδασε στη Γερμανία. Γυρνώντας στην Ελλάδα, έγραψε διηγήματα πριν αφιερωθεί αποκλειστικά στη δημοσιογραφία με τα ψευδώνυμα Μποέμ και Πεζοπόρος. Μαζί με τον Γιάννη Καμβύση ίδρυσαν το περιοδικό «Διόνυσος», το οποίο έπαιξε σημαντικό ρόλο «στη μετάδοση φιλοσοφικών και καλλιτεχνικών ρευμάτων της Δυτικής Ευρώπης».
Και να που τυχαία, τις προάλλες, έπεσα πάνω στις χαμένες πληροφορίες. Στο ράφι βιβλιοπωλείου, σε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Ο Ροΐδης για τις γράφουσες Ελληνίδες και οι συνεντεύξεις τους στον Μποέμ». Με χιουμοριστική στο εξώφυλλο εικονογράφηση και τη λεζάντα «Συνεδριάζουν διά να λάβουν μέτρα κατά του κ. Ροΐδου».
Από τις εκδόσεις Ηριδανός, μικρός, κομψός τόμος, με εισαγωγή του δημοσιογράφου και κριτικού λογοτεχνίας Βασίλη Καλαμαρά. Και επίλογο της Βαλάντως Λάνδρου, βασισμένο στη μεταπτυχιακή εργασία της «Για ένα διαλεκτικό ενσταντανέ, οι απαρχές του θεσμού της συνέντευξης με λογοτέχνες στην Ελλάδα και η συμβολή του Μήτσου Χατζόπουλου».
Σύγγραμμα διαφωτιστικό και απολαυστικό. Με θέμα, τη σφοδρότατη διαμάχη ανάμεσα στον επιφανή εκ Σύρου λογοτέχνη Εμμανουήλ Ροΐδη και τις γυναίκες που αφήνοντας πίσω, ημερολόγια και λευκώματα, τόλμησαν να διατυπώσουν δημόσιο γραπτό λόγο, γράφοντας βιβλία και άρθρα και αιφνιδιάζοντας μέχρι παροξυσμού την ανδρική αθηναϊκή κοινωνία.
Τέλη του 19ου αιώνα. Στον απόηχο των Ολυμπιακών Αγώνων, παραμονές του ελληνοτουρκικού πολέμου και με τη χώρα πτωχευμένη.
Εποχή που το «γυναικείο ζήτημα», επηρεασμένο από τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά φεμινιστικά κινήματα, είχε φτάσει και στην Ελλάδα. Με ηγέτιδα την Καλλιρρόη Παρρέν, η οποία με την «Εφημερίδα των Κυριών –και το Λύκειο των Ελληνίδων – έφερνε καινά δαιμόνια, έχοντας συναγωνίστριες κάποιες τολμηρές, που διεκδικούσαν την κοινωνική και πολιτική χειραφέτηση των γυναικών, το δικαίωμα στη μόρφωση και στην εργασία. Μαζί τους και ένας άνδρας, ο σύζυγος της Παρρέν, Ιωάννης, γαλλοαγγλικής καταγωγής Κωνσταντινουπολίτης, δημοσιογράφος, ιδρυτής και πρώτος διευθυντής του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Αφορμή για τη μετωπική κόντρα, ένα άρθρο με το οποίο ο Ροΐδης εγκαινίασε τη συνεργασία του με την εφημερίδα «Ακρόπολις» και με την προτροπή, όπως ελέχθη, του πολυμήχανου εκδότη της, Βλάση Γαβριηλίδη. Μια και από πάντα, τα «πικάντικα» -σχετικά με τις γυναίκες- δημοσιεύματα έδιναν φύλλα στις εφημερίδες.
Στόχος του προσβλητικού άρθρου «οι γράφουσες Ελληνίδες». Τις οποίες ο Ροΐδης αποκάλεσε «ανδρογυναίκες», «κουλτουριάρες», «ταραξίες». Με φανατικές εναντίον τους θέσεις και τη διευκρίνιση ότι «τας γραφούσας γυναίκας αγαπώμεν υπό τον όρον να μην μετενδύονται γράφουσαι εις άνδρας, αρκούμεναι εις μόνα του φύλου των χαρίσματα, την λεπτότητα, την χάριν, την φιλοκαλίαν, την ευαισθησίαν ή την πονηρίαν».
Είναι η στιγμή του δημοσιογράφου Μήτσου Χατζόπουλου, ιδρυτικού μέλους της Ενώσεως Συντακτών το 1914, σ’ έναν πόλεμο «όπου όλον το γυναικείον πνεύμα εξεστράτευσε κατά της πικρότατης ειρωνείας του συγγραφέως των “Συριανών Διηγημάτων”», εγκαινιάζοντας τη συζήτηση γύρω από το θέμα του φύλου στη γραφή, ανοιχτή μέχρι σήμερα.
Εγκαινιάζοντας επίσης τον θεσμό των συνεντεύξεων και μάλιστα με ανθρώπους του πνεύματος. Εναν από τους σταθμούς στην εξέλιξη του ελληνικού Τύπου. Με όπλο του την εφημερίδα «Σκριπ», παρεμβαίνει παίρνοντας συνεντεύξεις από μερικές από τις «γράφουσες» με πρόλογο, όπου παρουσιάζεται η προσωπικότητα και το έργο της κάθε μιας και με ακριβή καταγραφή των ερωταποκρίσεων. Τις υπογράφει με το ψευδώνυμο Μποέμ, μια και τότε οι δημοσιογράφοι υπέγραφαν με ψευδώνυμα (οι πρώτες δημοσιογραφικές υπογραφές έκαναν την εμφάνισή τους κατά τη δεκαετία του 1920).
Η αρχή έγινε στο φύλλο της 1ης Μαΐου 1896, με την Καλλιρρόη Παρρέν που πρόσφατα είχε επιστρέψει από ενημερωτικό ταξίδι στην Αμερική. Την «πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφο», όπως ο Χατζόπουλος την αποκάλεσε και -κατά τον Ροΐδη- «εγεννήθη γυνή αλλά είναι μάλλον ανήρ», η οποία με την εφημερίδα της απευθυνόταν «προς όλα τας τάξεις» και δυσαρέστησε τον Ροΐδη γιατί «χωρίς την άδειάν του ετόλμησε να παρουσιαστεί εις το κοινόν ως συγγραφεύς ή δημοσιογράφος». Να δηλώσει ότι επεδίωκε «την δ’ εντίμου και αξιοπρεπούς εργασίας εξασφάλισιν του άρτου των γυναικών». Και να επισημάνει ότι ο καινούργιος αιώνας έμπαινε «με δύο μόνον επαγγέλματα διά την γυναίκα, της οικοκυράς και της εταίρας».
Ακολούθησαν άλλες «γράφουσες». Η Ευγενία Ζωγράφου, δημοσιογράφος, διευθύντρια του περιοδικού «Ελληνική Επιθεώρησις», συγγραφέας διηγημάτων και δύο θεατρικών έργων που είχαν ανεβεί στη σκηνή. Η Ελένη Κανελλίδου, λογία που ασχολήθηκε με κοινωνικά ζητήματα, σύζυγος του εκδότη της εφημερίδας «Καιροί» όπου σε συνέχειες μετέφρασε Ιούλιο Βερν. Η Σοφία Αλιμπέρτη, η οποία στην «Εφημερίδα των Κυριών» αρθρογραφούσε για την πολιτική ζωή του τόπου και την κοινωνική θέση των γυναικών.
Η Σεβαστή Καλλισπέρη, «λόγια δεσποινίς, η επαναστατικοτέρα, ίσως μορφή της Αθήνας», με σπουδές στη Σορβόνη, επιθεωρήτρια σχολείων και αρθρογράφος σε θέματα Τέχνης στην εφημερίδα «Ακρόπολις». Η Καλλιόπη Κεχαγιά, διευθύντρια του Παρθεναγωγείου Χιλλ και του Παρθεναγωγείου Κωνσταντινουπόλεως, με μελέτες για παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά ζητήματα. Η Αρσινόη Παπαδοπούλου, εκπαιδευτικός στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο της Θεσσαλονίκης, συγγραφέας «προς χρήσιν των παιδίων» σειράς διηγημάτων παιδικής λογοτεχνίας.
Τελευταία -και σύμφωνα με τη δεοντολογία- η συνέντευξη με τον ίδιο τον «διώκτη των γραφουσών». Τον εξηντάχρονο Εμμανουήλ Ροΐδη, γνωστό ήδη και στο εξωτερικό συγγραφέα της «Πάπισσας Ιωάννας», αφορισμένο από την Ιερά Σύνοδο, σοφό διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης, άνδρα με μεγάλο πνευματικό εκτόπισμα, υπέρμαχο της δημοτικής γλώσσας που, ωστόσο, έγραφε στην καθαρεύουσα.
Τον οποίο, ο Χατζόπουλος, συνέστησε ως εξής: «... πασίγνωστος εις την αθηναϊκήν κοινωνίαν ο ιδιόρρυθμος συγγραφεύς, ο κατατρώγων τα περιοδικά και τας εφημερίδας πάσης γλώσσης μετά τα μεσάνυχτα, χειμώνα καλοκαίρι εκεί εις του Ζαχαράτου στο Σύνταγμα, ο ιδιόρρυθμος βαίνων εις τους αθηναϊκούς δρόμους, ο πλήρης εν τη ζωή, τη μελέτη και παραγωγή πρωτοτυπίας και ειρωνείας...».
Συναντήθηκαν στο εντυπωσιακά επιπλωμένο γραφείο του συγγραφέα, στην οδό Νικοδήμου, όπου η πανύψηλη βιβλιοθήκη συνυπήρχε με «αρχαϊκές εικόνες επί του τοίχου, διάφορα μεσαιωνικά όπλα και ακόντια ιπποτών».
Απολαυστική η συνέντευξη, με τον Ροΐδη να αναπτύσσει διά μακρών τις υποτιμητικές περί του γυναικείου φύλου θεωρίες του, η οποία, όπως και εκείνες των «γραφουσών», δεν γίνεται να χωρέσουν στις φιλόξενες σελίδες της «Εφ.Συν.». Συνέντευξη, όπου ο Χατζόπουλος δεν χαρίστηκε στον διάσημο και ισχυρό Ροΐδη, τον ικανό να επιφέρει «βαθύ, οξύ πόνον εις τους οπωσδήποτε περιπεσόντας εις την άκραν της γραφίδας του».
Οπως δεν του χαρίστηκαν και οι βαλλόμενες. Οι οποίες συνασπίστηκαν και τον αντιμετώπισαν κατά μέτωπο με τη δράση και τα «γυναικογραφήματα» τους, δημιουργώντας «φλέγον ζήτημα» και αναστατώνοντας την κοινωνία, τόσο ώστε ο Νικόλαος Επισκοπόπουλος να γράψει στην εφημερίδα «Το Αστυ»: «Το γυναικείον ζήτημα κατεκάλυψε και αυτάς τας εκλογάς και ο ολίγος ενθουσιασμός διά την νίκην του δημάρχου Αθηνών κ. Καλλιφρονά οφείλεται εν μέρει εις το άρθρο του κ. Ροΐδου».
___________________

Πηγές για εμβάθυνση

http://ikee.lib.auth.gr/record/295002
«Για ένα "διαλεκτικόν ενσταντανέ": οι απαρχές του θεσμού της συνέντευξης με λογοτέχνες στην Ελλάδα και η συμβολή του Μήτσου Χατζόπουλου (1893-1911)» Βαλάντω Λάνδρου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλολογίας.

https://www.maxmag.gr/afieromata/kallitexnes/afieromata-kallitexnes/kalirroi-parren/

https://diastixo.gr/arthra/10295-emanouil-roidis

https://agonigrammi.wordpress.com/2012/03/08/καλλιρροή-σιγανού-παρρέν-η-εφημερί/

http://maritheodo.blogspot.com/2008/04/blog-post_18.html

https://www.efsyn.gr/nisides/142284_o-roidis-hleyazei-ti-gynaikeia-heirafetisi

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου