Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025

«Ο ΨΙΛΙΚΑΤΖΗΣ» ΤΟΥ ΔΗΜ. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ

 “Εμπρός” 23 Δεκεμβρίου 1922

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Ο ΨΙΛΙΚΑΤΖΗΣ

Τον καϋμένον τον μικροπωλητήν. Μας τον επαναφέρουν πάντοτε αι μεγάλαι αυταί ετήσιαι εορταί εις την άκρην του πεζοδρομίου των εμπορικών δρόμων, όπου στήνη την μικρούλαν εξέδραν του, όπου φέρη το καρροτσάκι του. Την νύκτα οι σκελετοί εκείνοι ομοιάζουν με τους χειμερινούς γυμνούς κλάδους των δένδρων. Η βροχή πλένει τα φύλα των και ο άνεμος τα συγκλονίζει. Κάποτε η νυκτερινή θύελλα ανατρέπει τα πρόχειρα ξύλινα κατασκευάσματα, αλλά την πρωϊαν ανασυντίθενται, μεταβάλλονται εις πολυχρώμους πύργους. Έχουν πανηγυρικόν τον στολισμόν των. Το τι δεν έρχεται και δεν εκτίθεται υπό του ψιλικατζή εις τον βοώντα και κραυγάζοντα εμπορικόν δρόμον. Μία πλημμύρα ειδών χρησίμων και διακοσμητικών, χρειωδών απαραιτήτων και παιγνιδιών ποικίλων. Ο μικροπωλητής των μεγάλων εορτών είναι βαθύς γνώστης των λαϊκών αναγκών, πόθων, ελπίδων. Έχει ψυχολογήση όλας τας ηλικίας, που θα περάσουν ενώπιόν του, το ευρύ κύμα των αγοραστών που γεμίζει τον εμπορικόν δρόμον, που δεν δύναται να χωρέση εις όλα τα καταστήματα, που ό,τι και αν αγοράσει εις αυτά, πάντοτε θα σταματήση εις μίαν εξεδρούλαν, εις ένα καρροτσάκι προ του πεζοδρομίου, διότι κάτι θα ελησμόνησε. Εκεί ο υπαίθριος πωλητής του το προσφέρει πρόθυμα, συγκαταβατικά με ρητορείαν σαγηνευτικήν: “Πάρτε κυρίαι και κύριοι. Τζάμπα ό,τι και αν πάρετε. Ορίστε, παρακαλώ.” Όσον αδιάφορον και αν κινήται το πλήθος ενώπιον των προχείρων αυτών πρατηρίων, πολλοί, περισσότεροι αφ’ όσον μπορούν να σταθούν εις τον στενόν χώρον, θα σταματήσουν. Σώματα σκύβουν επί των χύδην εκθεμάτων, χέρια απλώνονται, πιάνουν, ψηλαφούν, επιθεωρούν, εκλέγουν. Ο αγοραστής είνε ελέυθερος να αναστατώση τα πάντα, να βυθίση το χέρι του εις το εσωτερικόν βάθος των σωρών, να υποβάλη κάθε είδος εις τον αυστηρώτατον έλεγχον. Όρασις και αφή εργάζονται εκεί επί ώρας. Έχουν ως υπόκρουσιν την μελωδικήν διαλάλησιν του πωλητού. Καρδερίνα μπορεί να βραχνιάση, όχι όμως και αυτός. Ομιλεί, ρητορεύει, ψάλλει από την ογδόην πρωϊνήν έως την ογδόην εσπερινήν. Δωδεδάωρος εργασία λάρυγγος. Όσον και να πληρώσετε τα εμπορεύματά του, πάντοτε θα του μείνετε χρεώστης. Είνε ο πανηγυρικώτερος τόνος των μεγάλων λαϊκών εορτών εις ήχον, εις χρώμα επίσης. Που πηγαίνει και βρίσκει όλην την αφθονίαν των εντατικών χρωμάτων. Παραδείσιον πτηνόν είνε το καρροτσάκι του. Μπορεί να είνε απλά, κοινά, χονδρά, βάναυσα, - αλλά τι είνε λεπτότερον σήμερα, - τα εκτιθεμένα, τα χρώματά των όμως είνε ζωηρά. Γνωρίζει να είνε ο πλουσιώτερος κολλορίστας. Δεν τον ενδιαφέρει το πως θα είνε, αλλά γνωρίζει, ότι μιά λαϊκή χρωμολιθογραφία σταματά περισσότερους θεατάς αφ’όσον ένας Τιέπολο, ένας Βερονέζε, ένας Τισιανός. Οι πτηνοθήραι στήνουν το βαλσαμωμένον γαρδέλι των, αυτός την εμπορικήν πολυχρωμίαν του. Δεν μαγνητίζει μονάχα το φείδι τα πουλάκια, που σαστισμένα φέρονται προς το στόμα του, αλλά και το εμπορικόν καρροτσάκι του μικροπωλητού εις τον εορταστικόν δρόμον. Περνά από εκεί η συνοικία, το χωριό, η επαρχία, το νησί, η Ανατολή, όλη η αδίστακτος διάθεσις προς το φαντακτερόν χρώμα. Συλλαμβάνεται όπως τα ρινίσματα σιδήρου από τον μαγνήτην. Και αν δεν υπήρχαν τα χρώματα, θα τα εφεύρισκε ο μικροπωλητής των εορτών. Είνε ο μεγάλος παρήγορος των πολλών, των απλοϊκών και των θλιμμένων καρδιών, αι οποίαι έχουν την ανάγκην του ψεύδους, από την πίστην έως το όραμα, το θέατρον, τον κινηματογράφον. Δεν είνε μόνοι οι πολιτικοί, οι δραματικοί συγγραφείς, οι ηθοποιοί, οι ρήτορες, που χρησιμοποιούν την γοητείαν του ψεύδους δια να ελκύουν τα πλήθη. Εις αυτούς πρέπει να προστεθή και ο πραμματευτής των δρόμων των πόλεων και των χωρίων, ο γυρολόγος καθ’όλον τον χρόνον, ο ψιλικατζής, που εγκαθιστά τας εορτάς μίαν εξεδρίτσαν εις τον εμπορικόν δρόμον. Δεν πωλέι απλώς εμπόρευμα και αυτός, αλλά παρέχει την γοητείαν της απάτης, της αναγκαίας εις την ζωήν όσον και ο ήλιος. Καλλιτέχνης κοινωφελής είνε. Και πόσον ευεργετικώτερος γίνεται εις τα παιδάκια και τα κοριτσάκια, που τριγυρίζουν τα πολύχρωμα εκθέματά του. Εκεί αναδροσίζονται εις την συγκινητικήν ποίησιν των επισήμων εορτών καρδούλες πισπιρίγκων της λαϊκής τάξεως και εκεί χορταίνουν γοητείαν μυριάδες φαντασίαι νεαρών εγκεφάλων. Καταντά ο υπάιθριος εορταστικός πωλητής δημιουργός ψυχικών απολαύσεων, τας οποίας δεν παρέχει ούτε ο μύθος, η ευκολωτέρα και βαθυτέρα ποίησις της ζωής. Εφέτος πολύ ενωρίς κατέλαβον τα εκατέρωθεν πεζοδρόμια της οδού Αιόλου οι υπαίθριοι πωληταί. Και περισσότεροι από άλλοτε είνε. Ένας πληθυσμός εδώ ανεδιπλασιάσθη, επομένως μας χρειάζονται και περισσότεροι πωλητές κελαδούντες. Ο ουρανός να τους ευνοήση και να τους χαρίση ανέφελον και άβροχον δεκαήμερον. Οι πτωχοί άνθρωποι έχουν ανάγκην να ευδοκιμήση το πρόχειρον εμπόριόν των, αλλά μεγαλητέραν ανάγκην έχουν οι αγορασταί του. Ένα τυμπανάκι κροτούν, μία σαλπιγγούλα ηχούσα, ένας καραγκιοζάκος χορεύων και γελών, ένα ταπάκι αναπηδών, μία κουκλίτσα αποκρύπτουσα την αχυρένιαν καρδούλαν της υπό χρωματιστόν φόρεμα, - αλλά έχομεν ολόκληρον την κοινωνίαν, την ζωήν εις μικρογραφίαν. Μίαν τόσον πολύχρωμον εκδήλωσίν της θα είνε πολύ σκληρός ο ουρανός να την διαλύση με βροχήν. Έπειτα το λαϊκόν χρήμα δεν πρέπει να συγκεντρώνεται ολόκληρον εις τα μεγάλα πορτοφόλια των βαθύπλουτων. Το χρειάζονται και άλλοι άνθρωποι δια να ζήσουν, οι πτωχοί, εις τα χέρια των οποίων δεν υπάρχει φόβος, αλλοίμονον! να παραμείνη.

ΠΕΖΟΠΟΡΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου