Εισήγησή μου (που τελικά δεν διαβάστηκε γιατί αποφάσισα να μιλήσω ελέυθερα) στην τηλεδιάσκεψη με θέμα «Κωσταντίνος Χατζόπουλος: Ο πρωτοπόρος λογοτέχνης και αστός επαναστάτης» που έγινε το Σάββατο 22 Μαΐου 2021 και ώρα 8:00μ.μ.
Η επετειακή διαδικτυακή εκδήλωση για τον Κωσταντίνο Χατζόπουλο,
συνδιοργανώθηκε από το Σωματείο «Acheloos GrowUp», την Εθελοντική Ομάδα «ΕΠΠΙ-ΔΡΟΥΜΕ» και την Ένωση Ρουμελιωτών Νέας Ιωνίας
Αττικής.
«Άγνωστες πτυχές της ζωής του Κωσταντίνου Χατζόπουλου» - Ιωάννης Χατζόπουλος
Καλησπέρα σας, σας ευχαριστώ πολύ που με καλέσατε και μου
δίνετε την ευκαιρία να μιλήσω. Άρχισα ν΄ασχολούμαι με την ιστορία της
οικογένειας Χατζοπούλου τα τελευταία χρόνια, η πανδημία και το lockdown μου έδωσαν το έναυσμα και την ευχέρεια χρόνου να εντρυφήσω διεξοδικότερα
και σε βάθος. Είμαι γιος του Πάνου Χατζοπούλου και εγγονός του Γιώργου
Χατζόπουλου, αδελφού του Κώστα, Αλεξάνδρας, Δημήτρη, Ασπασίας και Ζαχαρία
Χατζόπουλου. Ο πατριάρχης της οικογένειας ήταν ο Ιωάννης Χατζόπουλος, έμπορος
από το Βάλτο.
Ο Κώστας Χατζόπουλος με το ριζοσπαστικό και πρωτότυπο έργο του επισκίασε τους άλλους λογοτέχνες Χατζόπουλους σε σημείο που να είναι σήμερα πρακτικά άγνωστοι και παραμερισμένοι. Κι όμως άφησαν σημαντικό έργο, ιδιαίτερα ο Δημήτρης, αλλά και ο Ζαχαρίας, η Σέντα, κόρη του Κώστα , ακόμη και ο Πάνος Χατζόπουλος. Τα τελευταία χρόνια έχουν βγει βέβαια μερικά βιβλία για το Δημήτρη Χατζόπουλο (ήταν γνωστός και με το ψευδώνυμο Μποέμ, Πεζοπόρος, Αθηναίος, κ.α.) το έργο του όμως δεν έχει ακόμη σταχυολογηθεί και είναι σε μεγάλο βαθμό παραγνωρισμένο. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου -για να έχουμε έτσι μια ιδέα- έγραφε (1) ότι τα πρώτα χρόνια δεν κατάφερνε να ξεχωρίσει διαβάζοντας τα γραπτά του Κώστα από αυτά του Μήτσου Χατζόπουλου, είχανε τον ίδιο λόγο, την ίδια πνοή.
Συνοψίσω ένα σύντομο βιογραφικό του Κώστα Χατζόπουλου:
γεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 11 Μαΐου 1868 και απεβίωσε στις 20 (ή 22) Ιουλίου
1920. Πρωτοπόρος δημοτικιστής και σοσιαλιστής, ήταν ένας από μεγαλύτερους
Έλληνες λογοτέχνες της εποχής του.
Η οικογένειά του ήταν συντηρητικών αρχών και αυτός, όπως
και τα αδέλφια του μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν με τέτοια ιδανικά. Σπούδασε
νομικά στην Αθήνα και δικηγόρησε στο Αγρίνιο για μερικά χρόνια. Αργότερα
μετακόμισε στην Αθήνα όπου άρχισε ασχολείται με τη λογοτεχνία.
Το 1897 πήρε μέρος στον ατυχή πόλεμο, συγκλονίστηκε,
ωρίμασε μέσα του η πρώτη μεταστροφή,
Απογοητεύτηκε από την κενή πατριδολατρία, εγκατέλειψε το μεγαλοϊδεατισμό και την εθνικοφροσύνη. Το διήγημα «Αντάρτης»
(1907) αντικατοπτρίζει αυτή του τη
μεταστροφή.
Το Νοέμβρη του 1898, με δικά του προσωπικά έξοδα άρχισε
την έκδοση του περιοδικού «Τέχνη», περιοδικού που ήταν σταθμός στην ιστορία των νεοελληνικών γραμμάτων,
γραμμένο εξ΄ολοκλήρου στη δημοτική, με περιζήτητους συνεργάτες. Στην «Τέχνη»
έγραψαν όλα τα μεγαλύτερα ονόματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας: Ξενόπουλος,
Νιρβάνας, Θεοτόκης, Παλαμάς, Ψυχάρης, Επισκοπόπουλος, Γρυπάρης, Καρκαβίτσας,
Μαλακάσης, Καμπύσης. Το ότι το περιοδικό ακολουθούσε καθαρά προοδευτική γραμμή
στο γλωσσικό ζήτημα δεν πρέπει όμως να μας κάνει να πιστέψουμε ότι ήταν τέτοια
και η ιδεολογική του κατεύθυνση. Σκοπός της «Τέχνης» ήταν η εισαγωγή του
νιτσεϊσμού, του ελιτισμού και εκλεκτισμού στην ελληνική πραγματικότητα. Ήταν
φανερός και απροκάλυπτος ο θαυμασμός για
την λυρική απολυταρχική φιλοσοφία του Νίτσε, για το εθνικιστικό κήρυγμα του Ντανούντσιο, για
τον γερμανικό αυταρχισμό - μιλιταρισμό που ήταν προπομπός του ναζισμού.
Δεν πρέπει να παραβλέψουμε σε αυτό το σημείο το
γεγονός ότι οι αδελφοί Χατζόπουλοι ήταν
γερμανόφωνοι και γερμανολάτρες. Προγραμμάτισαν την σπουδή της γερμανικής
γλώσσας γιατί είχαν αποφασίσει να ταξιδέψουν και ίσως να εγκατασταθούν στη
Γερμανία. Ο Κώστας έμαθε τα γερμανικά σε βάθος, όταν ακόμη ήταν στο Αγρίνιο
έψαχνε να βρει τις πιο απίθανες εκφράσεις για να τις μεταφράσει πιστά στα
γερμανικά, κάποια φορά είχε βάλει σε δύσκολη θέση το δάσκαλό του γιατί ζητούσε
να μάθει πως θα μπορούσε να ειπωθεί
«φτουσκουλικομυρμιγκότρυπα» στα γερμανικά…
Το Γενάρη του 1899 ήρθε σε περιοδεία στην Ελλάδα ο
Ντανούντσιο με την Ελεονορα Ντούζε, που ήταν τότε στο μεσουράνημά της, η οποία
έδωσε μερικές παραστάσεις και στην Αθήνα (2). Σημειωτέον ότι η Ντούζε μιλούσε
και έπαζε μόνο στα ιταλικά, εκ τούτου οι Έλληνες θεατές δεν κατάλαβαν πολλά
απ΄όσα άκουσαν. Παρόλαυτά σύσσωμοι οι συνεργάτες της «Τέχνης» έγραψαν
διθυραμβικά σχόλια και κριτικές. Ο Νιρβάνας υπερέβαλε στα θυμιατά, ο Παλαμάς
είδε την τέχνη που κατά τη γνώμη του δεν είχε γραφτεί για τους πορτιέρηδες και
το λαουτζίκο (3), παρασύρθηκε ακόμη και ο Ξενόπουλος(4), όλοι ακολούθησαν.
Στην αρχή μόνο ο Καρκαβίτσας και ο Εφταλιώτης αντέδρασαν
στον «ιμπσενογερμανισμό», όπως ονόμασε αυτή τη μόδα ο Ψυχάρης, που ανήκε βέβαια
στο γαλλόφωνο-γαλλόφιλο στρατόπεδο και ήταν ενστικτωδώς αντίθετος σε
οποιαδήποτε γερμανική ή βόρεια διείσδυση στην Ελληνική κουλτούρα. Σιγά σιγά οι
συνεργάτες του περιοδικού διαφοροποιήθηκαν, απομακρύνθηκαν, η «Τέχνη» τελικά
κατάφερε να βγάλει μόνο 12 τεύχη και να κλείσει. Όπως έγραψε ο Μ. Μ.
Παπαϊωάννου στην «Επιθεώρηση Τέχνης» το
1960 “…Ή «Τέχνη» είχε βάλει στο πρόγραμμά της να μην κατέβει στο επίπεδο
του λαού, γι΄αυτό και εγκαταλείφθηκε και από τους συνεργάτες της και από το
κοινό”.(5)
Ο Κ. Χατζόπουλος έζησε στη Γερμανία για σειρά ετών (το
1900-1901 και από το 1905 μέχρι το 1914). Η παραμονή στη Γερμανία στάθηκε
καταλυτική γι΄αυτόν και για τον αδελφό του Μήτσο, οι αδελφοί Χατζόπουλοι έφυγαν
από την Ελλάδα καϊζερικοί, μπισμαρκικοί, αντιδραστικοί, και γύρισαν
ανατρεπτικοί, αντιμοναρχικοί και σοσιαλιστές (1).
Ο Χατζόπουλος σταδιακά εγκατέλειψε το νιτσεισμό (6), ήρθε σε επαφή με τους γερμανικούς
προοδευτικούς κύκλους, και γρήγορα προσχώρησε στο σοσιαλισμό.
Τις 28 Οκτώβρη του 1907 δημοσίεψε στο «Νουμά» με υπογραφή
Πέτρος Βασιλικός «Το Κοινωνικό μας
Ζήτημα», άρθρο που ανέλυε την κατάσταση στην Ελλάδα και πρότεινε μια ριζική,
επαναστατική αλλαγή προς όφελος των εργαζομένων μαζών. Σε μια σημείωση όμως
διευκρίνιζε πως “… όταν λέω επανάσταση
δεν εννοώ να πάρη ο λαός τα όπλα στα χέρια. Μεταχειρίζομαι τη λέξη στη νεώτερη,
κοινωνική της σημασία».
Το 1908 δημοσίεψε σε συνέχεις στην Εφημερίδα «Εργάτης»
του Βόλου το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» στα ελληνικά, έγραψε πληθώρα άρθρων για
το σοσιαλισμό που δημοσιεύτηκαν στον τύπο της εποχής. Το 1909 ίδρυσε στη
Γερμανία τη Σοσιαλιστική Δημοτιστική Ένωση. Το 1911 του προτάθηκε να κατέβη
στην Ελλάδα για να ηγηθεί του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθήνας αλλά αρνήθηκε,
αντιπροτείνοντας τον αδελφό του Δημήτρη που τελικά έγινε ένα από τα ιδρυτικά
μέλη.
Το 1914, με το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου
επέστρεψε στην Ελλάδα και τον πρώτο καιρό προσπάθησε ασχοληθεί ενεργά με την
πολιτική. Γρήγορα απογοητεύτηκε και
σταδιακά απομακρύνθηκε από τα άμεσα σοσιαλιστικά ιδεώδη. Σε γράμμα που έγραψε στον Ν. Γιαννιό εξηγούσε
τους λόγους: «… Σκέφτηκα το πράμα καλύτερα. … Το κήρυγμα του σοσιαλισμού κατά
ξένα πρότυπα είναι πρόωρο ακόμη για το ρωμιό εργάτη. Το πρώτο που του
χρειάζεται είναι να μάθει να διαβάζει και να γράφει και να παίρνει μερικά ηθικά
μαθήματα. Είναι η πίστη που σχημάτισα τώρα που γνώρισα από κοντά την πραγματικότητα».
(7)
Πολλοί κατηγόρησαν αργότερα την κόρη του ποιητή, Σέντα,
ότι αρνιόταν το ότι ο πατέρας ήταν ποτέ σοσιαλιστής. Η Σέντα Χατζοπούλου είχε την άποψη της, που
την είχε εκφράσει με σαφήνεια στο γράμμα που δημοσιεύτηκε στη «Νέα Εστία»
(τεύχος 939 σελ. 1185 της 15/8/1966) «… (ο πατέρας μου) εργάστηκε με πάθος και
αφοσιώθηκε με την ψυχή και το μυαλό σε μελέτες κοινωνιολογικές και η αφοσίωσή
του στον παγκόσμιο σοσιαλιστικό αγώνα ήταν πεποίθησή του και ιδεαλισμός
καθαρός. Γι΄αυτό και η πικρία του και η απογοήτευσή του έπειτα, ήταν η
απογοήτευση ενός ανθρώπου με ιδανικά που έστεκε πάνω από προσωπικές φιλοδοξίες
και συμφέροντα».
Ο Κ. Χατζόπουλος ήταν άνθρωπος ξεχωριστός αλλά και
ιδιόρρυθμος, είχε παραξενιές που ξένιζαν όσους δεν τον γνώριζαν. Ο Ν. Γιαννιός
μιλάει «νευρασθένεια» (7), ο Δημήτρης Γληνός για «υστερισμό» (8), πιστεύω ότι
οι χαρακτηρισμοί είναι υπερβολικοί. ‘Όπως και όλοι οι Χατζόπουλοι, ήταν σίγουρα
ευκολοσυγκίνητος, ανυπόμονος, και «τσαντίλας». Έπασχε από τη λεγόμενη “Ελβετική
ειλικρίνεια”, δεν κατάφερνε να είναι διπλωματικός, να σωπαίνει όταν κάτι δεν
τού πήγαινε. Είχε μανία με το “ ν “ στο όνομα του, απαιτούσε να γράφεται
Κωσταντίνοςκαι όχι Κωνσταντίνος, είναι θρυλικοί οι τσακωμοί και διαξιφισμοί με
τους τυπογράφους που από απροσεξία τολμούσαν να γράφουν λάθος το όνομά του. Το
πρώτο καιρό που έπαιρνε μέρος στις συνεδριάσεις του Σοσιαλιστικού Κέντρου
Αθηνών του δινόταν συνήθως η θέση του προέδρου. Σε κάποια συνεδρίαση έτυχε και
οι περισσότεροι ομιλητές που δεν ήταν βέβαια άνθρωποι των γραμμάτων, ΚωΝσταντίνο
τον ανέβαζαν, ΚωΝσταντίνο τον κατέβαζαν. Στην αρχή προσπάθησε να συγκρατηθεί,
ζήτησε με ήπιο τόνο να μην το προσφωνούν
με το όνομά του λανθασμένο, αλλά οι αδαείς το χαβά τους, συνέχιζαν με το «ν»… Κάποια στιγμή στα «επι της
διαδικασίας» ανακοίνωσε στα σοβαρά ότι θα έπνιγε τον επόμενο που θα τον φώναζε
ΚωΝσταντίνο…!. Κόκκαλο η αίθουσα…
Ειρωνεία της τύχης, μία σειρά από ιστοσελίδες όπως
το ekebi.gr, Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, biblionet.gr, hellenicaword.com, epoxi.gr, sansimera.gr, τον έχουν καταχωρημένο σαν “Κωνσταντίνο”…
Ευχαριστώ πολύ που με ακούσατε,
Γ. Χατζόπουλος
(1) Ζαχ. Παπαντωνίου “Δημ. Χατζόπουλος - Μποέμ”, Νέα
Εστία 15 Οκτωβρίου 1936
(2 ) Η Ελεονόρα Ντούζε το Γενάρη του 1899 έδωσε στην
Αθήνα 4 παραστάσεις, με έργα Σούντερμαν, Ίψεν και Δουμα υιού. Η απήχηση στο
κοινό ήταν περιορισμένη. Ο «Παρνασσός»
οργάνωσε εσπερίδα με τον Ντανούντσιο που είχε μεγάλη επιτυχία.
(3) Στην «Τέχνη»
του Φλεβάρη 1899 ο Κ. Παλαμάς έγραψε: “... εκείνους που
χαίρονται την υψηλή τέχνη με την ολόφωτη διάνοια, και όχι με τη νοημοσύνη των
πορτιέρηδων” και σε άλλο τεύχος “... ποιήματα και φιλοσοφήματα που πρώτα
μίλησαν όχι στα τυφλά σκλαβωμένα πλήθη, αλλά στο διαλεχτό λαό των ελευθέρων
δυνατών”. Στο Άστυ της 22 Φεβρ. 1899 ο Π.
έφτασε στο σημείο να γράψει “... εις εποχήν καθ΄ήν αι περί ι σ ό τ η τ ο ς
αρχαί αναγνωρίζονται ως παιδαριώδεις χίμαροι, άγνωστοι και εις τον φυσικόν και
εις τον κοινωνικόν νόμον”.
(4) Πάντα στην «Τέχνη» του Φλεβάρη 1899 Ο Γ.
Ξενόπουλος έγραψε: “…φοβηθήκαμε μήπως η μεγάλη τέχνη της Ντούζε ήθελε κάμη καταληπτό στους χυδαίους το
αριστούργημα της νεώτερης δραματικής τέχνης”,
“(τα) προνομιούχα μάτια, ... οι εκλεκτοί
ευφραίνονται και αναπνέουν και
ενθουσιάζονται και αναζούν!”.
(5) Μ. Μ. Παπαϊωάννου “Το περιοδικό «Τέχνη» και η πάλη
των ιδεών στην Αθήνα στο τέλος του 19ου αιώνα”, «Επιθεώρηση Τέχνης» 63-64
Απρίλης 1960.
(6) Το 1915 δημοσίεψε το διήγημα «Υπεράνθρωπος” που
σατίριζε τους νιτσεϊστές στην Ελλάδα.
(7) Ν. Γιαννιός «Ο Χατζόπουλος σοσιαλιστής», Νουμάς 696,
8 Αυγούστου 1920.
(8) Δ. Γληνός «Η ομορφιά μιας ηθικής αξίας», Νουμάς 696, 8 Αυγούστου 1920