Κυριακή 2 Μαΐου 2021

ΠΑΣΧΑΛΙΝΑΙ ΠΡΟΠΟΣΕΙΣ – ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜ. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ - 1896

 Πασχαλινό διήγημα του Μήτσου Χατζόπουλου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Σκριπ» της 27 Μαρτίου 1896 (εκείνη τη χρονιά το Ορθόδοξο Πάσχα έπεφτε νωρίς, στις 24 Μαρτίου).

ΣΚΡΙΠ 27 ΜΑΡΤΊΟΥ 1896
ΛΗΣΜΟΝΙΜΕΝΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ
ΠΑΣΧΑΛΙΝΑΙ ΠΡΟΠΟΣΕΙΣ

Την παχυτέραν σκιάν κατείχον οι υπαξιωματικοί του τάγματος, την αραιοτέραν οι άνδρες αυτού υπό τα υψηλά δένδρα, όπου είχε στρωθή το πασχαλινόν γεύμα. Τα λευκά σύγνεφα που εσκότιζαν από το πρωϊ το γαλανόν του ουρανού, είχον διασκορπισθή, και ο ήλιος εφλόγιζε. Περασμένο μεσημέρι ήτο, ζέστη έκαμνεν. Η άνοιξη άπλονε πρασινάδας γύρω, τα σιτάρια στα χωράφια ασάλευτα και κατσουφιασμένα έστεκαν μέσα στη ζέστη. Πέρα η πόλις κάπνιζε ακόμα από τα αρνιά του Πάσχα.
Και υπό την σκιάν το τάγμα, τετρακόσιοι δηλαδή διπλαί σιαγόνες ειργάζοντο δραστηρίως προς αναμάσησιν μηρών, νεφραμιών, πλευρών, πλατών, σβέρκων, κεφαλών... Πάσχα φαιδρόν και αρειμάνιο, πάσχα ρωμαϊκόν, πάσχα στρατιωτικόν.
Υπό την πυκνήν σκιάν των δένδρων οι υπαξιωματικοί μετά δυο ανθυπασπιστών είχον στήση είδος εξέδρας δαφνοστόλιστον και κοσμημένης με μερικάς λιθογραφικάς εικόνας αυτοκρατόρων και σφαγών τούρκων υπό Ελλήνων. Εις αυτήν λοιπόν επί στρώματος εκ κλάδων ελατών είχον καθήση και εγεύοντο οι υπαξιωματικοί.

Είχαν βγάλη  τα τσαρούχια των, τα ετοποθέτησαν δύο βήματα όπισθέν των, εκάθησαν διπλοπόδι και έτρωγαν λαμβάνοντες τα τεμάχια των κρεάτων δια των χειρών, τα στοιβαγμένα εις το μέσον της τραπέζης κατά πυραμίδας, και έπιναν δεχόμενοι κάθε τόσο τα ποτηράκια πλήρη από μαύρον οίνον, από τας χείρας πέντε εν όλω στρατιωτών οινοχόων.
Αποτέρω κατά τμήματα κατάχαμα στη γη, καθισμένοι επί πετρών έκαμναν πασχαλιάν και οι στρατιώται. Όλην δε αυτήν την απλήν και αφελή  στρατιωτικήν εικόνα, εξιδανίκευε και ελάμπρυνε μια μικρούλα γαλανόλευκος πενιχρά τοποθετημένη εκεί επάνω επί της δαφνοστολίστου εξέδρας.

* * *

Και ως επίνετο αφθονώτερος ο οίνος, αι κεφαλαί των υπαξιωματικών εξήπτοντο. Μετά την καταβρόχθισιν των κρεάτων, επηκολούθησεν όλη η εποποιϊα των κλεφτών και των καπετανέων διά των δημοτικών ασμάτων, ότε είς των δύο ανθυπασπιστών, ένα ολοστρόγγυλο κατακόκκινο βουτσί, κοντόχονδρος μ΄ένα καπελάκι κοντό κοντό, με δύο τρεις τρίχες ξανθές από κάτω από μιά μύτη σαν μεγάλο αχλάδι, εσηκώθη. Εκρατήθη καλά στα πόδια του, και σήκωσε την πρώτην πρόποσιν ούτω με βροντώδη φωνήν εν μέσω θρησκευτικής σιγής.
- Πρου πίνου υπέρ της υγείας ούλων των παρόντων κι΄απόντων επαξιωματικών του τάγματους! Οι επαξιουματικοί, κύριοι, είνι η βάσις κι του πρόχουμα, ούτως ειπείν, του στρατού. Τα ξέρουμι κι τα ξέρτε τόρα ούλ΄σας, ιν τούτοις, κατά πόσουν ιπιδρώσι κι μας καβαλ΄κεύουν ιπί πάσης περίστασις κι παραγκουνιζόμεθα ημείς οι άλλοι. Εις υγείαν των επαξιωματικών, κύριοι!...
Και ως εσήκωσε γενναίως το ποτήρι του, όλοι ανεσηκώθησαν εξ ενθουσιασμού, φωνή δε μία ως κεραυνός απήντησεν εκ των στομάτων όλων:
- Βίρα, ουρέ, ζήτουσαν οι επαξιουματικοί!...
Αλλά ήδη φιλοτιμηθείς εκ της επιτυχίας του συναδέλφου τους, ο άλλος ανθυπασπιστής, υψηλός ως ρέγγα και μονότονος το ανάστημα και το ύφος, ως παλούκι, ηγέρθη και αυτός. Ξηροκατάπιε κομμάτι και έπειτα πετάξας έξω φρικωδώς τους οφθαλμούς, λαβών αγρίαν έκφρασιν, είπε:
- Ικ καρδίας κι εξ εντοσθίων προυπίνου, κι σας συγχαίρουμαι! Προυσθέτου δε κι τα εξής: Ισθάνουμι ιαυτόν υδεύμουνα διότι κι του γεύμα μιτά εξιραιτικής  χαράς ιπέτυχε κι η εουρτή μεγαλουπριπώς ιξετελέσθη. Του κρασί μουνάχα δε μ΄ φαίνιται καλό...
Και εκάθησεν εν μέσω των ζητογκραυγών.
Αλλ'  ήδη έπρεπε ν΄απαντήσουν και οι υπαξιωματικοί. Και εις την ιδέαν ταύτην όλοι εβυθίσθηκαν εις βαθείαν σκέψιν. Έπρεπε να βρεθή είς εξ αυτών, όστις αναλαμβάνων ν΄απαντήση πρώτος προς τους δύο ανωτέρους του, να τιμήση δια της προπόσεώς του το σώμα των υπαξιωματικών. Ήρχησαν μάλιστα γινόμεναι μυστικαί συνεννοήσεις προς τούτο, ότε αιφνιδίως, ωσεί ορμών εξ επιτυχούς εμπνεύσεως, είς επιλοχίας παχύς και ολόξανθος, σηκόνεται με το ποτήρι στο χέρι και με μίαν φωνήν παιδικήν εξερχομένην με κωμικοτάτην αντίθεσιν εκ του κολοσσού εκείνου, λέγει: Τούτο γιαγια του πουτηράκι, του πίνου, κι σας παρακαλού, να του πιήτε κι ΄σεις στην υγεία τουν δυό κυρίων ανθυπασπιστών μας πούνι ιένα ζευγαράκι!...
Αλλά η επιτυχής αύτη έμμετρος πρόποσις του επιλοχίου δεν εφάνη αρκούντως ικανοποιητική. Έπρεπε να απαντήση είς από τους νεώτερους και πλέον μορφωμένους υπαξιωματικούς, από τους μελετώντες μάλιστα δι΄εξετάσεις γεωμετρίαν, ορθογραφίαν. Απόλυτος δε σιγή επεκράτησεν, οπόταν είς των νεωτέρων υπαξιωματικών ηγέρθη. Όλοι τον έβλεπαν με υπερηφάνειαν, με φθόνον προσέτι. Ήτο μελαψός τις Κραβαρίτης, ξερακιανός και μαυρομούστακος, πάντοτε σύννους και αξιοπρεπής, απ΄εκείνους, π ο υ  θ α π ά ν ε  μ π ρ ο σ τ ά, όπως λέγουν εις τον στρατόν. Έστριψε  το μουστάκι του, εμειδίασεν αυτοκολακευόμενος διά την εντύπωσιν ήν έκαμε μόλις εγερθείς, και είπε με επιστημονικήν εμβρίθειαν:
- Δικαίους οι κύριοι, κύριοι των ανθυπασπιστών προέπουν υπέρ του σώματους των επαξιωματικών. Δικαίους άρα γε κι ιγώ ελαύνουμαι επί του αυτώ, κι πίνου υπέρ της υγείας των και της προόδου των. Όπως εν τη γιουμετρία δύο τρίγουνα έχουντα τας γουνίας κι τας πλιβράς αυτών ίσας, είνε κι πρους άλληλα ίσα, ούτου, δύναμαι ειπείν, ότι άνευ κεφαλής δεν υφίσταται σώμα, αλλά κι άνευ σώματος, βεβαίως ουκ υφίσταται κεφαλή, κι επαξιουματικοί άνευ ανθυπασπιστών είνι το μηδέν κι του αυτό, όπους κι ανθυπασπισταί χουρίς ημάς ου δύνανται να ποιήσουσιν υπηρεσίαν. Διά τούτω τουλμώ να προπίω εις υγείαν της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέους, της Υψηλότητος του Διαδόχου, του αξιοτίμου Υπουργού των Στρατιωτικών κι ούλης της παρέας μας!...
Εκεί απάνω εγένετο τόσος ενθουσιασμός και τόσος θόρυβος, που ενόμιζε τις πλέον ότι έφοδος εγίνετο και όχι γεύμα, πασχαλινόν μάλιστα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου