Χρονογράφημα από την ταξιδιωτική σειρά “Το Εμπρός ανά την Ευρώπην” περιοδεία στη Βόρεια κυρίως Ευρώπη που έκανε ο Δημ. Χατζόπουλος το καλοκαίρι του 1923. Ο Χατζόπουλος γνώριζε καλά τα κατατόπια, για μιά δεκαετία είχε γυρίσει σχεδόν όλη τη Γερμανία, στο Μόναχο άλλωστε είχε εγκατασταθεί παλιότερα και ο αδελφός του Κώστας. Ξενίζει τον σημερινό αναγνώστη η φράση “ότε δεν την είχε κατακτήση ο εβραϊσμός (τη Γερμανία)”. Είμασταν ακόμη στο 1923, ο ναζισμός βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα, ο αντισημιτισμός όμως στο γερμανικό κοινό αίσθημα ήταν ήδη σημαντικά διαδεδομένος. Ο Χατζόπουλος ήταν παιδί της εποχής του, τυφλά ερωτευμένος με την γερμανική κουλτούρα (το ημερολόγιο που κρατούσε το’γραφε στα γερμανικά, θα επανέλθω σ΄αυτό) ήταν επόμενο να επηρεαστεί από τον γερμανικό τρόπο σκέψης της εποχής που απέδιδε την ήττα στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο σε εβραϊκή συνωμοσία. Αλλά ας μην πάμε μακριά, και στην Ελλάδα με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το ελληνικό στοιχείο είδε με άσχημο μάτι την εβραϊκή κοινότητα της πόλης. Ακόμη και “προοδευτικοί” πολιτικοί όπως ο Ν. Γιαννιός, από τους πρωτεργάτες του σοσιαλισμού στην Ελλάδα πολέμησε με πάθος και αντιστάθηκε με όλα τα μέσα στην αναγνώριση της θεσσαλονικιάς εβραϊκής “Φεντερασιόν” στους κόλπους του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος.
Γ.Χ.
“Εμπρός”
6 Σεπτεμβρίου 1923
ΤΟ “ΕΜΠΡΟΣ” ΑΝΑ ΤΗΝ
ΕΥΡΩΠΗΝ
ΜΟΝΑΧΟΝ
Α’
Ολίγαι πόλεις όπως το Μόναχον έχουν να επιδείξουν τον πλούτον της αρχιτεκτονικής διακοσμήσεως του. Το κυριώτερον τμήμα του, ήτοι περίπου όλη η πόλις, είνε συνεχές καλλιτέχνημα. Το ένα λαμπρόν αρχιτεκτόνημα διαδέχεται το άλλο και δεν υπάρχει ίδρυμα δημόσιον, δημοτικόν, ιδιωτικόν μη εγκατεστημένον εις θαυμαστόν κτίριον. Όλοι δε οι ρυθμοί κοσμούν την πόλιν, από τον ελληνικόν έως τον νεογερμανικόν. Ασχημίαν δεν έχει καμμία γωνία της. Και αύτη η πελωρία Μπαβάρια, πληθωρική εις την χαλκίνην αναπαράστασιν της, παρά το πεδίον της οκτωβριανής εορτής του ζύθου, εντός της κεφαλής της οποίας ανέτως χωρεί δεκάς ανθρώπων, είνε καλά τοποθετημένη. Διά τον συμμετρικόν διάκοσμον του Μονάχου ειργάσθησαν βασιλείς, πολιτικοί, δημοτικοί άρχοντες, αρχιτέκτονες, καλλιτέχναι, επιστήμονες και παρέδωσαν εις τον λαόν πόλιν ωραίαν, αριστουργηματικήν.
Το ογκώδες δεν βαρύνει, ούτε εις τα μεγαλοπρεπέστερα ιδρύματά της. Τόσον ελαφρά η αρχιτεκτονική γραμμή. Αναλόγως προς την καλλιτεχνικήν διάθεσιν του κράτους, του δήμου, υπήρξε η των πολιτών. Εφιλοτέχνησαν αρχιτεκτονικάς επιτυχίας. Τμήματα του Μονάχου παρέχουν την εντύπωσιν, ότι οι οικοδομήσαντες εις αυτά ήσαν εμπνευσμένοι ποιηταί και όχι κοινοί θνητοί. Ορίστε το οικοδόμημα ακόμη της εφημερίδος των “Νεωτάτων Ειδήσεων του Μονάχου”. Μέγαρον μεγαλοπρεπείας. Τι άλλο δύναται να επιθυμίση αύτη η πόλις, η τα πάντα έχουσα περίλαμπρα και συμμετρικά; Την περεταίρω ανάπτυξίν της; Εις ταύτην ακολουθεί τας νεωτέρας τάσεις της βερολιναίας αρχιτεκτονικής, η οποία επεβλήθη καθ’όλην την κεντρικήν Ευρώπην, υπερέβη δε την Βαλτικήν, κατακτήσασα αρκετά και την Σκανδιναυίαν. Ο απηλλαγμένος της ψυχρότητος του κλασσικισμού, της κουράσεως της Αναγεννήσεως, της πλησμονής του γοήτρου, της βαρύτητος του μπαρόκ, της καταχρήσεως του ροκοκό νεογερμανικός ρυθμός, ο τείνων προς την απλότητα με νέα ήρεμα διακοσμητικά μοτίβα, κατά τρόπον ώστε να μην ενοχλήται ο οφθαλμός εις την ενατένισιν μακροτάτων μπουλβάρ, επικρατεί και εις τας νεωτέρας οικοδομάς του Μονάχου. Και έχει παρομοίως την επιτυχίαν του εις τας νέας επάυλεις των προαστείων. Εξοχικόν όραμα γίνεται εκεί η πόλις, εις τον ευρύν ορίζοντα με το πολύ φως και τους λευκούς κήπους, τας μοναχικάς κυπαρισσολεύκας. Ευχάριστα περιπατεί κανείς εις τα εξωτερικά μπουλβάρ προς την Νύμφενμπουργ και την Ρόμανστράσσε. Εις το τέρμα παραμένει αμετάβλητον το παλαιόν προάστειον με τα μικρά χαμηλά σπίτια, τα οποία έχουν να αφηγηθούν δια μίαν πολύ καλλιτέραν Γερμανίαν, την του απωτέρω παρελθόντος, ότε δεν την είχε κατακτήση ο εβραϊσμός. Παμμέγιστον μπουλβάρ υπάρχει εκεί, ευρυχωρώτατον, σκιαζόμενον υπό τετραπλής δενδροστοιχίας γηραιών φιλυρών και έχον εις το μέσον του την δροσιάν πλατειού καναλιού. Εις το βάθος του λευκάζει το ανάκτορον του Νύμφενμπουργ, αντικρύζον εις το αντίθετον, μακρυνόν άκρον του το ορφανοτροφείον. Αι Βερσαλίαι του Μονάχου ή Νύμφενμπουργ. Μικραί δεξαμεναί, λιμνίτσες περιβαλλόμεναι υπό χλοερών επιπέδων, αποτελούν τον μοναδικόν προ των ανακτόρων διάκοσμον. Επί μικρών βάσεων λίθινοι ερωτιδείς κρατούν το βαυαρικόν στέμμα, το οποίον δεν κατόρθωσε να εκτοπίση εκείθεν η σοσιαλδημοκρατία των μεταβατικών τούτων ημερών, προς τα έργα των οποίων κανείς δεν πιστεύει. Το λευκόν ανάκτορον με τας μακράς πτέρυγας του έχει το σχήμα τετραγώνου Ω. Είνε τόσο απλούν, όσον αφελέστερον δεν θα ηδύνατο να γίνη. Περνά τις υπό την στοάν του δια να μεταβή εις τον όπισθεν μεγάλον, ανοικτόν κήπον. Άνθη έχουν τα παρτέρρ του, δροσερά η χλόη και ο μεγάλος πίδαξ εις το μέσον εκτινάσσει εις αρκετόν ύψος την λευκήν στήλην του. Κατά μήκος των παρτέρρ αγάλματα βασιλέων και συμβολικών μορφών, τα οποία δεν είνε εντελως ανεπιτυχή. Απόμακρα εκατέρωθεν μεγάλαι σκιεραί δενδροστοιχίαι από πανυψήλους καστανέας, η ετέρα των οποίων γειτονεύει με τον βαθύσκιον Βοτανικόν κήπον. Ελάχιστοι περιπατηταί απαντώνται εις το μέρος και περισσότεροι δεν είνε οι επισκέπται των ανακτόρων, εις τας αίθουσας των οποίων βλέπει τις αντικείμενα της εκλειψάσης δυναστείας, ο βίος της οποίας έγινε και εδώ μουσείον με τους μελαγχολικούς φύλακας. Εκείθεν των ανακτόρων, προς το μικρόν προάστειον εκτείνεται το μακρόν τοξοειδές λευκόν οικοδόμημα του εργοστασίου πορσελάνης, το οποίον είνε επίσης κλειστόν. Αι ανήσυχοι ημέραι μας δεν γνωρίζουν τας λεπτότητας της τέχνης. Ανοικτόν μένει εις την αρχήν του μεγάλου μπουλβάρ το μικρόν καφενείον, όπου κελλνερίνες προσφέρουν την αένναον μπείραν υπό την σκιάν δένδρων. Πλησίον εγκατάστασις υπαιθρίων λουτρών ανδρών και γυναικών εις μικράν δεξαμενήν. Η σεμνοτέρα ίσως γωνία του Μονάχου με τον καλόν, ήρεμον χαρακτήρα της.
ΠΕΖΟΠΟΡΟΣ
foto
https://www.ungeekenmunich.com/que-ver-en-munich/nymphenburg/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου