Το 1969 στάθηκε μιά πολύ δύσκολη χρονιά για μένα. Έχασα
το ενδιαφέρον για τα μαθήματα, άρχισα να χάνω τον καιρό μου στα σφαιριστήρια, ξεκίνησα τις “κακές” συναναστροφές, έκανα κοπάνες από το
σχολείο, με δυσκολία κατάφερα να περάσω τελικά την τρίτη γυμνασίου. Έδειχνα
μεγαλύτερος από την ηλικία μου (14 χρόνια κλεισμένα) και με το εφηβικό μου το
μυαλό πίστεψα ότι θα μπορούσα να κατακτήσω μια γειτόνισσα που ήταν δυό χρόνια
πιό μεγάλη από μένα. Άρχισα να της στέλνω χαρτάκια με ποιήματα και τσιτάτα
παρμένα από δω και από κει. Μοιραία ένα απ΄ αυτά τα ραβασάκια έπεσε στα χέρια
του πατέρα μου, που κάνοντας τον θυμωμένο με γελοιοποίησε με τον τρόπο του:
χωρίς να πει τίποτε πήρε επιδεικτικά μπροστά μου στο τηλέφωνο τη θεία Σέντα για να τη διαβεβαιώσει γελώντας ότι δεν
έπρεπε να ανησυχεί, « … ο Γιάννης άρχισε
να γράφει ποιήματα, προς το παρόν κάνει προπόνηση με ραβασάκια στις
παραδουλεύτρες» (η Βιργινία - έτσι τη λέγαν την κοπέλα- δούλευε πράγματι
παραδουλεύτρα σε σπίτια).
Το ειδύλλιο δεν είχε βέβαια καλή εξέλιξη, η κοπέλα δεν ανταποκρίθηκε ποτέ στα αισθήματα μου, κι΄εγώ πέρα από την απογοήτευση είχα να αντιμετωπίσω και τις επικρίσεις των γονιών μου.
Το ειδύλλιο δεν είχε βέβαια καλή εξέλιξη, η κοπέλα δεν ανταποκρίθηκε ποτέ στα αισθήματα μου, κι΄εγώ πέρα από την απογοήτευση είχα να αντιμετωπίσω και τις επικρίσεις των γονιών μου.
Σαν σανίδα σωτηρίας έφτασε η πρόταση της αδελφής του πατέρα μου, θείας Φιφής να πάω μαζί τους εκδρομή στην Κέρκυρα. Η Άσπασία (Φιφή) ήταν παντρεμένη με τον Γιάννη (Γιάννο) Μεντή και είχαν ένα παιδί, τον Κώστα, που ήταν ακριβώς ένα χρόνο πιο μικρός από μένα και με τον οποίο είχα απόλυτη -ενστιχτώδη- σύμπνοια.
Ταξιδέψαμε άνετα και άψογα, ο Γιάννος είχε τότε ένα Opel Kadett B που το φρόντιζε σαν κόρη οφθαλμού. Σταματήσαμε στην Πάργα, περάσαμε από τα Γιάννενα και καταλήξαμε στην Κέρκυρα. Οι Μενταίοι αποφάσισαν ότι ήταν πιο ωραία να διανυκτερεύουμε έξω από την πόλη, οπότε πήγαμε σε ένα ωραίο παραθαλάσσιο μέρος λίγο πιο έξω, στη Δασσιά. Ήταν άλλες εποχές, τότε δεν υπήρχαν τα smartphone, ούτε υπήρχε η συνήθεια να καταγράφουμε με κάθε λεπτομέρεια τα ταξίδια και τις διακοπές, βγάλαμε μερικές φωτογραφίες υποφερτής ποιότητας με μία Kodak instamatic.
Οι Μενταίοι ήταν μεθοδικοί τουρίστες, είχαν μαζί τους ταξιδιωτικό οδηγό και μέρα με τη μέρα επισκεφτήκαμε όλα τα αξιοθέατα του νησιού. Έλα όμως που η Δασσιά ήταν απόμερο μέρος και το βράδυ εμείς οι νεαροί πεθαίναμε από ανία. Κάπου εκεί κοντά υπήρχε ένα νυχτερινό κέντρο και μια ορχήστρα έπαιζε μέχρι αργά μοντέρνα ξένη μουσική της εποχής, James Brown, Rocky Roberts και τα τοιαύτα. Εμείς στο ξενοδοχείο ακούγαμε τη μουσική που ερχόταν από μακριά και καθόμαστε σε αναμμένα κάρβουνα. Να πάμε στο κέντρο ήταν αδιανόητο, πρόσβαση είχαν μόνοι οι ενήλικες. Δεξιά κι αριστερά το κέντρο είχε ψηλές μάντρες που έφταναν μέχρι την παραλία, ώστε απ΄έξω δεν φαινόταν ούτε καν η αυλή με τα τραπέζια και την ορχήστρα. Τελικά ο Κωστάκης, πιό πονηρεμένος από μένα βρήκε πέρασμα από την παραλία, βραχήκαμε λίγο αλλά περάσαμε από την άλλη μεριά, κρυφτήκαμε δίπλα σε κάτι βάρκες και απολαύσαμε τη ζωντανή μουσική για ώρες. Μιά άλλη φορά μας πέρασε από το νου ότι έπρεπε να πάμε κινηματογράφο, που φυσικά δεν υπήρχε στη Δασσιά, οπότε η λύση ήταν να πάμε στην πόλη, 14 χιλιόμετρα απόσταση. Χωρίς κανένα δισταγμό αργά το απόγευμα πήραμε το δρόμο και σιγά σιγά φτάσαμε στην Κέρκυρα με τα πόδια. Δυσκολευτήκαμε να βρούμε τον κινηματογράφο, όλο κάναμε γύρους και όλο βρισκόμαστε ξανά στο λιμάνι, τέλος πάντων στο τέλος φτάσαμε. Είδαμε μάλιστα μια σοβαρή ταινία που πιστεύω ότι πρέπει να ήταν ακατάλληλη για ανηλίκους, το «Εν ψυχρώ» του Richard Brooks απ΄το γνωστό βιβλίο του Truman Capote. Επιστρέψαμε με ωτο-στοπ, άλλη περιπέτεια και αυτή, σταθήκαμε τυχεροί και φτάσαμε σχεδόν αμέσως. Οι γονείς του Κώστα δεν ήταν φορτικοί και -σε διαφορά με τους δικούς μου- του άφηναν αρκετή ελευθερία, για την περιπέτειά μας με τον κινηματογράφο δεν είπαν τίποτε.
Αυτές ήταν οι πρώτες διακοπές που έκανα με τον Κώστα, που όμως δεν τέλειωσαν εκεί, ήδη μετά από μερικές μέρες, στις αρχές Αυγούστου οι δυό μας πήγαμε σε οργανωμένη κατασκήνωση στον Κάλαμο Αττικής όπου κυριολεκτικά εξοκείλαμε, νέες γνωριμίες, φλερτ, περιπέτειες, αλλά γι΄αυτή την ιστορία θα μιλήσω άλλη φορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου